1/20/2009

Χωρίς χορούς, χωρίς φωτιές.


Ρούχα γεμάτα χρώματα ή μήπως χρώματα που ανταμώνουν σε πανιά για να κολλήσουν σε κορμιά ανθρώπων; Δεν διακρίνεις.

Κίνηση καθημερινότητας ή χορός; Δεν διακρίνεις.

Ύμνος στην ελευθερία η κάθε παρομοίωση με αυτούς.

Και ύμνος στο «προς αποφυγήν».

Οι καιροί, οι ήχοι και οι εικόνες των τσιγγάνων εμπνέουν δημιουργούς. Παραμύθια, πάντα με μία φωτιά στο φόντο. Πρόσεξε όμως ε ?

Τα σίδερα σιγά μη δεν τα κλέψουν.

Τις σχάρες.

Τα κινητά.

Τα καλώδια, κάθε είδους, .. έχουν χαλκό.

Ότι και αν κάνεις θα στο πάρουν. Πάνε παντού. Τα πάντα, τα ξηλώνουν. Και αν βρεις την άκρη, ίσως και να στο φέρουν πίσω.
Είχαμε περάσει αρκετές φορές. Με προσοχή. Ειδικά το βράδυ. Δεν είδαμε χορούς, ούτε φωτιές, εκείνες των τσιγγάνων.

Πάρε το κινητό μου λέει ο αρχηγός τους. Το έγραψα. Θα χρειαστεί τις επόμενες μέρες. Και αν μου ζητήσει το δικό μου ; ... Θα σου κάνω αναπάντητη εγώ. .... Κάτι σε θέλουν εκεί …. Φεύγει. Το ξέχασε. Του την έφερα. Νομίζω δηλαδή. Μάλλον θα μ’ έχει για κόττα. Ας είναι.

Τα παιδιά μεγαλώνουν στον ήλιο, στη βροχή, στη λάσπη. Απώλειες εντός πλαισίων στο μεγάλωμά τους. Δεν καταγράφονται όσα φευγουν.

Τα πουλάνε όλα και τα αγοράζουν όλα, μη ξεχνάμε. ....

Η ιστορία που έλεγε εκείνος ο «προϊστάμενος» με τα λιγδωμένα μαλιά, τότε που ηδονίστηκε με την μικρή, μα πολύ μικρή τσιγγανοπούλα. Του τη νοίκιασε η μάνα της, πάμφθηνα. Μπορεί να πήρε και τη μάνα, δεν θυμάμαι. Ημουν νέος τότε. Εφριξα. Ηταν και λιγδιάρης. Τον αντιπαθούσα έτσι κι αλλοιώς. Παραμυθάς μου φαινόταν. Το απώθησα. Πακέτο με τη φάτσα του. Φαντάσου να σε ξυπνάει αυτός και να σου λεει καλημέρα ... Πολύ περισσότερο να σου κανει τα όσα μας διηγήθηκε.

Και νάσου πάλι εδώ. Πάντα το έλεγα πως, ότι τρώει σφαλιάρα και κουρνιάζει στο κουτάκι των «προς λήθη» ... σκάει μύτη.

Ε και τώρα όσο νάναι… κι εδώ δεν έχουν εξαλειφθεί αυτά ακόμα. Ξέρεις, εδώ είναι τόπος μυστηρίου. Υποδέχεται ότι δεν χωράει στη δίπλα πόλη. Όλα γίνονται. Δεν έχουν ιερό και όσιο. Έτσι έχουν μάθει. Προσαρμόζονται. Ειχε δίκιο ο Λιγδιάρης. Λουκούμι πολλά από αυτά. Και τιμές ευκαιρίας. Οχι βέβαια όλοι. Αλλάζουν. Αλλά ... ότι θες μπορείς να βρεις ακόμα.

Προστατεύονται. Ε.Ε. Προσοχή μη γίνει καμιά στραβή μαζί τους.
Εργάτες γής, μεταπράτες, κλεπταποδόχοι, μικροεπιχειρηματίες, νταβατζήδες, νονοί, όπλα, ναρκωτικά, κινητά, οικογενειάρχες, χορευτές, τραγουδιστάδες. Και ότι βγάζουν το χαλάνε οι κερατάδες. Και όταν θέλουν τα λεφτά τα βρίσκουν.

Ντοκυμαντέρ. Το πέτυχα. Ευτυχώς. Ας το δω. Εξαιρετικό. Να μάθω γι αυτούς. Ύμνος στην ιδιαιτερότητα. Η αλαζονεία της Δύσης απέναντί τους. Διατήρηση. Ενσωμάτωση. Πάντα έξω από τις πόλεις. Και προσδοκία. Για το κάτι τι .. το άλλο.

Η κούραση της περιφερόμενης νησίδας.

Τα δεδομένα για μας, στον πάγκο της «εδώ και τώρα διαπραγμάτευσης» γι’ αυτούς.

Η διαφορετικότητα των πολιτισμών.

Παζάρι σιδερικών, παροχών, πολιτικών, ανθρώπων.

Μη στενοχωριέστε για τη μιζέρια τους. Δεν τη νοιώθουν. Ολοι τουλάχιστον.

Πάντα σταλμένοι από τους ΟΤΑ κάπου εκεί πιο έξω, για προστασία της οικιστικής συνοχής. Απαγορευμένη περιοχή. Αδρανούσα περιοχή.
Θα φύγουν. Θα πάνε στον νέο οικισμό.
Μόνο γι αυτόύς. Κατόρθωμα. Εγινε τελικά. Οντως αξίζει ένα μπραβο. Εγινε.

Αποκατάσταση ζημιών στον παλιό τους χώρο. Σεβασμός. Συμφώνησαν. Αλλά δεν θα ξαναγυρίσουν. Μια χαρά θα είναι. Ούτε κρύο ούτε ζέστη γι αυτούς. Συνηθισμένοι εξ’ άλλου. Έτσι έμαθαν έτσι ξέρουν. Το τέλος του αίσχους.

Οι πόρτες του οικισμού κλειστές. Οι αρμόδιοι διαφώνησαν σε λεπτομέρειες. Ντου και όλοι μέσα. Τα φωτάκια ανάβουν στα πρώτα σπίτια. Νυχτώνει. Σε σπίτια. Ησυχία. Τα πρώτα ρούχα απλώνονται.

Καθαρισμός του παλιού τους χώρου, μόνο από αυτούς. Οι δικοί μας λιποθυμούν.
Οι περιγραφές δεν φτάνουν. Τα λάστιχα των bobcats τρυπάνε το ένα μετά το άλλο. Στο τσακ, ένα από αυτά γλύτωσε την ανατροπή. Αέρας. Δεν έχει ξαναγίνει. Εμετός. Ψοφίμια. Διάλυση. Μέρα νύχτα δουλειά. Προσοχή στα φίδια, στα μεγάλα ποντίκια, τα γυμνά καλώδια, τα φρεάτια. Ποτέ οδήγηση κοντα στο πεζοδρόμιο, οι σχάρες λείπουν. Το νερό απ’ τις πρόχειρες δεξαμενές μή πέσει πάνω σου. Ο προηγούμενος ζήτησε άδεια και πήγε ν’ αλλάξει ρούχα. Πόσιμο ήταν βέβαια.

Με δέος φέυγουν οι κάβοι που ειχαν βάλει, κάθετα στο δρόμο, για ανάσχεση κυκλοφορίας. Για να μη τρέχουν με τ' αγροτικά μές τον δικό τους χώρο. Ωπ, νατη και έξοδος διαφυγής, μέσα από μεγάλες καλαμιές. Αλλά ούτε τάνκ δεν μπορεί να περάσει από εκεί – που λέει ο λόγος -. Πως περνάγαν οι άνθρωποι και τα αγροτικά, όταν έκανε ντού η ΟΠΚΕ ? Ελα ντε ... Μόνο αυτοί ξέρουν.

Ο παράδεισος της ιδιαιτερότητας αποκαλύπτει την υποδομή της δυστυχίας.
.... Εχουν δίκιο τελικά που λένε ότι .. εκεί έξω είναι διαφορετικά. Δεν είναι απλά. Σε βομβαρδίζουν διαφορετικά. Νοιώθεις την ερημιά του γραφείου και της κλειδωμένης σκέψης. Ευτυχώς, όλο και κάτι έχω καταφέρει μέχρι τώρα. Αυτές τις γαμωγέφυρες ανάμεσα στο χαρτί, τις συσκέψεις και το εκεί έξω. Που αγγίζεις και σε αγγίζει. Το πιάνεις. Και σε πιάνει. Και σου λέει, δώσμου το κινητό σου, θα με χρειαστείς. ...

Ενοχή. Έφυγαν απ’ τον κόσμο τους. Καταστράφηκε ένα κομμάτι της ιστορίας. Κάποιοι άντρες λείπουν ακόμα για δουλειές. Τα γυναικόπαιδα έμειναν πίσω. Πρέπει να βρθεί μέσο. Η μία οικογένεια δεν βοηθάει την άλλη.

Θέλουν να φύγουν. Δεν είναι το πρέπει. Θέλουν. Να προλάβουν τις βροχές. Θ’ αρχίσουν πάλι οι αρώστειες. Τα νερά θα μπαίνουν πάλι στις παράγκες. Και θα βρωμάνε. Όλοι θέλουν να φύγουν. Και ας αλλάξουν. Και ας μην γίνονται παραμύθι ελευθερίας.

Δεν συνηθίσατε ?

Ναι. Μόνο που τώρα βλέπουμε πως υπάρχετε εσείς.
Και τα δικά σας τα παιδιά δεν βρέχονται. Και δεν κρυώνουν. Και ξέρετε ποιο σας μένει και πιο όχι. …. Κρυώνουμε όσο κι εσείς, απλά αντέχουμε λίγο παραπάνω. Και την αντέχουμε την μπόχα. Αλλά μας βρωμάει όσο και σε σας. Δεν έχουμε άλλες μύτες από εσάς. Έχουμε άλλες αντοχές.

Κατάλαβες κύριε με την ωραία μπουφανιά και το σενιο κουστουμάκι που σε ειδα χθες… πως σε είπαν το ονοματάκι σου ? ….
Απολύτως (περισσότερο απ’ ότι νομίζεις).

Πιο πέρα, ένας μπόμπιρας βουτάει τη μπάλλα και τρέχει. Το φορτηγό κάνει όπισθεν. Ο σεκιουριτάς που βρίσκεται κοντά, τρέχει και τον μαζεύει. Τη γλύτωσε. Η μάνα του μόνο που δεν κλαίει. Κάποιοι άλλοι σκάνε στα γέλια. Ρουτίνα. ….. Τον αρπάζει και του χώνει μερικές. Και μετά τον αμολάει. Χαμογελώντας.

Και ο δικός σου, ορμάει πάλι ακάθεκτος στην περιπέτεια. Βούρ για το κολατσιό που μοιράζεται πιο κάτω. Έχει και γλυκά. Ο σεκιουριτάς, τον έχει πάρει από φόβο και ... εκεί ... από δίπλα. Ο οδηγός του φορτηγού κατεβάζει αγίους περιλουσμένους με όχι καλά λόγια. Ουρλιαχτά του head των operations από το cb. Nα προσέχουν στις όπισθεν. Πάντα με το μάτι. Δεύτερο άτομο. Ποτέ με καθρέφτη. Δεν φαίνονται οι μπόμπιρες.

Δεν υπάρχει μανουαλ σε αυτά. Ούτε previous experience. Για μας δηλαδή. Γι αυτούς, το previous και το today δεν απέχει πολύ. Για το αυριο, λέμε πως δεν τους νοιάζει. Ετσι ερμηνεύουμε.

Ο μπόμπιρας λοιπον, ο μαχητής των δρόμων και της μπαλας, … Έχει μάθει από μωρό μέσα στους δρόμους που τρέχουν μηχανές κάθε λογής και ζώα. Και φίδια. Και με γυμνά καλώδια. Και με βροχή. Και γυμνός....

Μόνο που έχει μάθει, … όσα μπορεί να μάθει ένα μωρό. Και να αντέχει όσα μπορεί ν’ αντέξει ένα μωρό, ένας πιτσιρικάς.

Το παραπέρα, σημαίνει τέλος ζωής. Μωρού. Μπόμπιρα. Πιτσιρικά. Οχι πάντα καταγραφόμενη. Το έχει συνηθίσει. Με τα όρια ενός πιτσιρικά στον κόσμο των μηχανών. Και των φιδιών. Και της βροχής.

Τα αγαπούν. Τα νοικιάζουν. Τα πουλάνε στη νέα οικογένεια. Και όμως θέλουν να φύγουν. Θέλουν σχολείο.

Γιατί ξέρουν. Μας έχουν γύρω τους. Εμείς μάλλον δεν ξέρουμε ακόμα πως, ακόμα και οι διαφορετικοί ... συγκρίνουν.

Δεν έχει ταινία. Δεν έχει τραγούδι για το χάσιμο του ατόφιου και πρωτογενούς. Δεν έχει εικόνες άγριας ρομαντικής νύχτας με πανέμορφες τσιγγανοπούλες γύρω απ’.τη φωτιά, στον τελευταίο χορό τους. Δεν έχει θρήνο για την ενσωμάτωση στον πολιτισμό της δύσης.

Έχει την αποκάλυψη της δυστυχίας στους καιρούς της αθωότητας.

Και στα δύο χιλιόμετρα πιο πέρα, ανάβουν τα φώτα. Χωρίς ποντίκια και φίδια. Με νιπτήρες και ντουαλέτες. Ισως μετά γίνει και ιατρείο. Ισως και σχολείο, κάποιο πειραματικό, κάτι ... Μπορεί. Ετσι δεν λέμε ;

Τέλος.
α ναι .. και σύντροφοι συναγωνιστές της συμπολίτευσης, της αντιπολίτευσης, του εναλλακτικού οράματος και των δικαιωμάτων των μειονοτήτων, της νέας αυτονομίας κλπ, να ξυπνάμε και λίγο νωρίς το πρωϊ ε ? Και δεν βλάπτει και καμμια βολτούλα πιό έξω ε ? Σας την φόρεσαν κανονικότατα οι δεξιοί γιατί έφτιαξαν τα σπιτάκια επιτέλους.
Και σκασίλα μου αν μερικοί διαφωνούσατε με το όλο κόνσεπτ και αν καταγγείλατε τα αδιέξοδα στη λειτουργία του νέου οικισμού, και σκασίλα μου αν συζητούσατε το όλο θέμα με σφηνάκια χθες, αλλα οταν βρέχει ο κόσμος θέλει στέγη που να μη μπάζει γιατι παιδική πνευμονία = κακό = bad thnig και τα ποντίκια και τα φίδια επίσης κακό = bad thing. Εξ ορισμού. Να το αναλύσουμε, ναι οκ, αλλά αφού συμφωνήσουημε στο τζίζ κακό.
Και η εν λόγω κοινωνική ομάδα δεν έκανε ντου στα εις ένδειξη διαμαρτυρίας για τα αδιέξοδα πολιτικής, αλλά επειδή ήθελε να πάει στα σπιτάκια τα καινούργια έτσι ? Και αμα φορτώσει το αγροτικό με το βιός του, κάπου πρέπει να το ξεφορτώσει ε ? sounds logical ε ? ειχε και τον χαβαλέ του το θέμα. Κακιούλες.
Αny way dearests, εγώ πάντα θα σας αγαπάω με τη μισή ψυχή μου. Η άλλη μισή θα βρίσκεται στο τώρα. Ναι ? Και θα σας πάρω και παπουτσάκια και φορμίτσες. Μη μου λερώνεστε, όποτε .. και αν .... Και ξυπνητήρια. Αυτά ειδικά... με το κουδούνισμα το σπαστικό.